Συνήθη Ερωτήματα

Ο γονείς μας ρωτούν:

Ο Παιδοδοντίατρος είναι ο εξειδικευμένος οδοντίατρος που ασχολείται αποκλειστικά με την οδοντιατρική φροντίδα των παιδιών από τη βρεφική ηλικία έως την ενηλικίωση, και, των ατόμων με ειδικές ανάγκες. Πέραν από τις εξειδικευμένες γνώσεις που έχει αποκτήσει λόγω των επιπλέον χρόνων σπουδών που έχει κάνει (μεταπτυχιακό πρόγραμμα), διαθέτει και τις κατάλληλες γνώσεις παιδοψυχολογίας για την αντιμετώπιση της οδοντιατρικής φοβίας και την δημιουργία στο παιδί θετικής στάσης απέναντι στον οδοντίατρο.

Η πρώτη επίσκεψη στον Παιδοδοντίατρο ιδανικά θα πρέπει να γίνεται στην ηλικία των 12-18 μηνών όταν τα πρώτα δόντια έχουν ανατείλει στο στόμα του παιδιού. Έτσι από την αρχή οι γονείς θα ενημερωθούν σχετικά με το σωστό τρόπο διατροφής του παιδιού (πχ σωστή χρήση του μπιμπερό), τις στοματικές έξεις (πχ θηλασμός δακτύλου ή πιπίλας) καθώς επίσης και τον τρόπο άσκησης σωστής στοματικής υγιεινής στο παιδί.

Εξάλλου, σε περίπτωση που το παιδί έχει κάποιο νόσημα που σχετίζεται άμεσα με τη στοματική υγεία, ο παιδοδοντίατρος θα ενημερώσει τους γονείς σχετικά με τα προληπτικά μέτρα που θα πρέπει να πάρουν προκειμένου να αποφύγουν πρόσθετα οδοντιατρικά προβλήματα.

Σύμφωνα με τις οδηγίες της Ελληνικής Παιδοδοντικής Εταιρείας, της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Παιδοδοντίας, και, της Αμερικάνικης Ακαδημίας Παιδοδοντίας, η επίσκεψη στον παιδοδοντίατρο πρέπει να γίνεται κάθε 6 μήνες. Ωστόσο η συχνότητα του εξαμήνου μπορεί να διαφοροποιηθεί ανάλογα με τις ανάγκες του κάθε παιδιού.

Και βέβαια ό χ ι !!! Το φθόριο είναι το πιο αποτελεσματικό διαθέσιμο μέσο σήμερα για την πρόληψη της τερηδόνας καθώς ενισχύει την ανθεκτικότητα των δοντιών. Η προστασία που παρέχει είναι γνωστή και τεκμηριωμένη και εάν χρησιμοποιείται σωστά δεν προκαλεί πρόβλημα στη γενικότερη υγεία. Η τοπική εφαρμογή φθορίου (φθορίωση) μόνο καλό κάνει, με βασική προϋπόθεση να γίνεται στο ιατρείο, με το παιδί καθιστό στην οδοντιατρική καρέκλα και με τη χρήση σιελαντλίας ώστε να αποφευχθεί η κατάποση του φθοριούχου ζελέ. Η φθορίωση πρέπει να γίνεται κάθε 6-12 μήνες (ανάλογα με τις ανάγκες και την ηλικία του παιδιού). Η πρώτη φθορίωση γίνεται συνήθως στην ηλικία των 3-4 ετών.

Τα φθοριούχα σκευάσματα είναι η φθοριούχος οδοντόπαστα, οι παστίλιες ή οι σταγόνες φθορίου, και, τα φθοριούχα στοματικά διαλύματα. Η φθοριούχος οδοντόπαστα θα πρέπει να αρχίσει να χρησιμοποιείται από τη στιγμή που το παιδί μπορεί να την φτύνει. (Για τα μικρά παιδιά που δεν ξέρουν ακόμη να φτύνουν υπάρχουν παιδικές οδοντόκρεμες χωρίς φθόριο). Παιδική φθοριούχος οδοντόκρεμα (με περιεκτικότητα σε φθόριο 500-1000ppmF) δίνεται στο παιδί μέχρι την ηλικία των 6 ετών. Στην ηλικία των 6 ετών και άνω, το παιδί άφοβα μπορεί να χρησιμοποιεί οδοντόκρεμα ενηλίκων (με περιεκτικότητα σε φθόριο 1450-1500ppmF).

Οι παστίλιες ή οι σταγόνες φθορίου δίνονται στα μικρά παιδιά ηλικίας 6 μηνών έως 8 ετών που έχουν πρόβλημα τερηδόνας ή σε παιδιά με ειδικές ανάγκες (π.χ. κινητικά προβλήματα), στα οποία η άσκηση σωστής στοματικής υγιεινής είναι προβληματική. Οι παστίλιες ή οι σταγόνες φθορίου θα πρέπει να δίνονται καθημερινά στο παιδί και η δοσολογία καθορίζεται από τον παιδοδοντίατρο ανάλογα με την ηλικία του παιδιού.

To βούρτσισμα στα παιδιά θα πρέπει να ξεκινάει από τη στιγμή που ανατέλλουν τα πρώτα δόντια. Η στοματική υγιεινή θα πρέπει να ασκείται από τη μητέρα μέχρι την ηλικία των 6 ετών, που το παιδί αποκτά την δεξιότητα να βουρτσίσει σωστά μόνο του.

Στην αρχή που το παιδί δεν μπορεί να φτύσει την οδοντόκρεμα η μητέρα μπορεί να βουρτσίζει μόνο με παιδική οδοντόβουρτσα και νερό τα πρώτα δόντια. Από την ηλικία των 3 έως και 6 ετών η μητέρα μπορεί να χρησιμοποιήσει παιδική οδοντόπαστα με χαμηλή περιεκτικότητα σε φθόριο (500ppmF-1000ppmF). Όταν το παιδί είναι 6 ετών και άνω, μπορεί να βουρτσίζει μόνο του τα δόντια με οδοντόκρεμα ενηλίκων υψηλής περιεκτικότητας σε φθόριο (1450ppmF-1500ppmF).

Το βούρτσισμα των δοντιών σε κάθε ηλικία θα πρέπει να γίνεται τουλάχιστον 2 φορές ημερησίως.

Κατ’ αρχήν θα πρέπει να πούμε ότι τόσο ο θηλασμός του δακτύλου όσο και η χρήση της πιπίλας είναι φυσιολογικές συνήθειες κατά τη βρεφική ηλικία, που προκύπτουν από το ένστικτο της θρέψης, ως αντικατάσταση της συνήθειας του θηλασμού. Ο θηλασμός του δακτύλου όπως και η χρήση της πιπίλας θεωρούνται επιβλαβείς έξεις μετά την ηλικία των 3,5-4 ετών. Εάν συνεχιστούν μετά την ηλικία αυτή, μπορεί να προκαλέσουν μόνιμα ορθοδοντικά προβλήματα όπως αυξημένη πρόταξη της άνω γνάθου ή/ και πρόσθια χασμοδοντία (κενό κατά το κλείσιμο του στόματος ανάμεσα στα άνω και κάτω μπροστινά δόντια). Τα παραπάνω ορθοδοντικά προβλήματα τις περισσότερες φορές διορθώνονται αυτόματα εάν οι παραπάνω έξεις διακοπούν έγκαιρα. Στην αντίθετη περίπτωση διορθώνονται με ορθοδοντική θεραπεία.

Στο ερώτημα ποιό από τα δύο (δάκτυλο ή πιπίλα) είναι προτιμότερο, η απάντηση είναι ότι η πιπίλα είναι προτιμότερη από το θηλασμό του δακτύλου, γιατί διακόπτεται ευκολότερα. Το δάκτυλο διακόπτεται πιο δύσκολα στο παιδί με τη χρήση ειδικών βερνικιών (τα προμηθεύεται κανείς εύκολα από το φαρμακείο), ή ακόμη εάν χρειαστεί, με ειδικό ορθοδοντικό «σιδεράκι» που εμποδίζει το παιδί να βάζει το δάκτυλο στο στόμα. Βασική προϋπόθεση για όλα τα μέσα διακοπής του θηλασμού του δακτύλου, είναι να έχει προηγηθεί συζήτηση με το παιδί, και να έχει πεισθεί και το ίδιο ότι είναι κάτι που χρειάζεται να γίνει για την υγεία του. Κάθε μέσο διακοπής του δακτύλου θα πρέπει να παρουσιάζεται στο παιδί από τους γονείς και τον παιδοδοντίατρο, σαν βοήθεια και όχι σαν τιμωρία.

Γενικά, δεν είναι επικίνδυνες οι ακτινογραφίες στα παιδιά αρκεί βέβαια να κρίνεται απαραίτητο να γίνουν. Εξάλλου, με τις ψηφιακές ακτινογραφίες η δόση της ακτινοβολίας έχει περιοριστεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια.

Πολλές φορές βοηθάει η λήψη πανοραμικής ακτινογραφίας στα παιδιά στην οποία φαίνονται όχι μόνο τα νεογιλά αλλά και τα μόνιμα δόντια που αναπτύσσονται εσωτερικά στο οστό. Ιδιαίτερα χρήσιμη κρίνεται η πανοραμική όταν υπάρχουν προβλήματα όπως πολυτερηδονισμός, καθυστέρηση στην ανατολή των μόνιμων ή στην απόπτωση των νεογιλών δοντιών, δόντια που πρέπει να εξαχθούν, ή ακόμη, όταν το παιδί πρόκειται να ξεκινήσει ορθοδοντική θεραπεία. Στην τελευταία περίπτωση, τις περισσότερες φορές απαραίτητη κρίνεται και η κεφαλομετρική ακτινογραφία.

Ορισμένοι γονείς αναρωτιούνται εάν είναι απαραίτητο να θεραπεύονται τα παιδικά δόντια αφού κάποια στιγμή θα αλλαχθούν. Η απάντηση είναι ότι και βέβαια ε ί ν α ι απαραίτητο να θεραπεύονται, γιατί έτσι αποφεύγονται δυσάρεστες καταστάσεις όπως ο πόνος και το απόστημα στα νεογιλά δόντια, που έχουν σαν αποτέλεσμα τον κίνδυνο για την υγεία των μόνιμων δοντιών, καθώς και την γενική και ψυχική υγεία του παιδιού και της διατροφής του. Εξάλλου τα νεογιλά δόντια θα πρέπει να παραμείνουν στο στόμα μέχρι το φυσιολογικό χρόνο απόπτωσής τους προκειμένου να βγουν τα διάδοχα δόντια χωρίς ορθοδοντικά προβλήματα.

Σε περίπτωση που τα δόντια έχουν τερηδονιστεί, η αντιμετώπιση από τον Παιδοδοντίατρο θα πρέπει να αρχίζει το συντομότερο δυνατό. Η εξέλιξη της νόσου είναι γρηγορότερη στα νεογιλά (παιδικά) δόντια απ’ ότι στα μόνιμα και ο κίνδυνος προσβολής από την τερηδόνα για τα υπόλοιπα δόντια είναι μεγάλος καθώς τα μικρόβια μεταδίδονται με το σάλιο από δόντι σε δόντι.

Η απάντηση είναι ό χ ι με τη στενή έννοια του όρου. Η αντίληψη που έχουν ορισμένοι γονείς ότι η τερηδόνα είναι κληρονομική νόσος, και ότι το παιδί τους θα κληρονομήσει ούτως ή άλλως τα χαλασμένα δόντια τους είναι εσφαλμένη. Αυτό που στην πραγματικότητα «κληρονομούν» τα παιδιά είναι οι συνήθειες διατροφής και στοματικής υγιεινής των γονέων. Κακές συνήθειες διατροφής και κακή στοματική υγιεινή είναι οι κυρίως υπεύθυνοι παράγοντες που οδηγούν στην εμφάνιση της τερηδόνας.

Η πολφοτομή είναι είδος ενδοδοντικής θεραπείας που γίνεται συχνά στους νεογιλούς γομφίους όταν η τερηδονική βλάβη έχει φτάσει μέχρι τον πολφό (νεύρο) του δοντιού. Γίνεται θεραπεία κατά κάποιο τρόπο στο μισό δόντι ενώ οι ρίζες αφήνονται ως έχουν προκειμένου να απορροφηθούν αργότερα και να αποπέσει το δόντι φυσιολογικά. Η πολφοτομή είναι μια σχετικά απλή διαδικασία για το παιδί, που διαρκεί όσο ένα σφράγισμα και ολοκληρώνεται σε μία επίσκεψη.

Εάν ο γονιός είναι προτιμότερο να βρίσκεται έξω ή μέσα στο εξεταστήριο κατά τη διάρκεια της οδοντιατρικής θεραπείας του παιδιού του, εξαρτάται βασικά από την τακτική που ακολουθεί ο κάθε παιδοδοντίατρος στο ιατρείο του. Στο δικό μας παιδοδοντικό ιατρείο θεωρούμε ότι για τα μικρά παιδιά ο γονιός είναι καλύτερο να παραμένει στο εξεταστήριο. Σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα (πχ νήπια) κάθεται και σε σκαμνάκι δίπλα στο παιδί, ώστε αυτό να νιώθει μεγαλύτερη ασφάλεια. Σε περιπτώσεις μωρών μπορεί ακόμη να βοηθήσει ο γονιός κρατώντας το παιδί στην αγκαλιά του από τη μέση και κάτω, καθιστός, ενώ από τη μέση και πάνω το κρατά η παιδοδοντίατρος, η οποία κάθεται αντικριστά με τον γονιό προκειμένου να εξετάσει τα δόντια του μωρού.

Οι γονείς που έχουν μεγαλύτερα παιδιά μπορούν να περιμένουν στην αίθουσα αναμονής. Ωστόσο εάν το επιθυμούν, είναι ευπρόσδεκτοι μέσα στο εξεταστήριο αρκεί να κάθονται στις θέσεις δίπλα στο γραφείο, σαν σιωπηλοί παρατηρητές κατά τη διάρκεια της οδοντιατρικής συνεδρίας. Με αυτόν τον τρόπο το παιδί αισθάνεται ασφαλές νιώθοντας τους γονείς κοντά του, ενώ ταυτόχρονα δεν του αποσπάται η προσοχή και ακούει τις οδηγίες του παιδοδοντίατρου. Αναπτύσσεται έτσι μια σχέση εμπιστοσύνης παιδιού-παιδοδοντίατρου που έχει σαν στόχο τη δημιουργία θετικής στάσης γενικότερα απέναντι στον οδοντίατρο.

Η ανοξείδωτη στεφάνη είναι προκατασκευασμένη στεφάνη από ανοξείδωτο ατσάλι σε διάφορα μεγέθη, για το κάθε είδος δοντιού. Τοποθετείται σε πολύ κατεστραμμένους νεογιλούς γομφίους, στους οποίους έχει γίνει πολφοτομή ή ακόμη σε μόνιμους γομφίους που λόγω προβληματικής (υποπλαστικής) αδαμαντίνης, έχουν υποστεί μεγάλη καταστροφή.

Η ανοξείδωτη στεφάνη αν και πολλές φορές ενοχλεί αισθητικά (περισσότερο τους γονείς, παρά το ίδιο το παιδί), έχει πολλά πλεονεκτήματα. Έχει την καλύτερη μακροβιότητα από κάθε άλλη αποκατάσταση στα παιδιά με αποτέλεσμα να εξασφαλίζει τη διατήρηση του δοντιού στις περισσότερες περιπτώσεις μέχρι το φυσιολογικό χρόνο απόπτωσής του. Στα μόνιμα δόντια έχει το πλεονέκτημα ότι προστατεύει τον γομφίο, μέχρι την ενηλικίωση και την ολοκλήρωση της ανάπτυξής του προσώπου, όταν θα είναι δυνατό για χάρη της αισθητικής να κατασκευαστεί στεφάνη πορσελάνης.

Οι προληπτικές επικαλύψεις ή πλαστικοποιήσεις ή καλύψεις οπών και σχισμών (fissure sealants) γίνονται συνήθως στους πρώτους μόνιμους γομφίους που ανατέλλουν στο στόμα στην ηλικία των 6-7 ετών. Συγκεκριμένα, προκειμένου να προστατευτούν τα δόντια από την τερηδόνα, καλύπτονται οι βαθιές τους αύλακες, που συγκεντρώνουν τροφές και μικρόβια, με μια λεπτή επίστρωση υλικού ρητινώδους σύστασης. Πρόκειται για μια απλή και ανώδυνη διαδικασία για το παιδί, που γίνεται χωρίς να τροχιστεί το δόντι και χωρίς να χρειάζεται επανάληψη. Επικαλύψεις μπορεί να γίνουν και σε άλλα οπίσθια μόνιμα δόντια, εάν το παιδί εμφανίζει σε αυτά βαθιές αύλακες.

Οι γονείς δεν θα πρέπει να ανησυχήσουν εάν κάποιο από τα μπροστινά κάτω μόνιμα δόντια ανατείλει («φυτρώσει») προς τα μέσα (γλωσσικά) χωρίς ακόμη να έχει αποπέσει το αντίστοιχο νεογιλό. Συμβαίνει σε αρκετά παιδιά, ιδιαίτερα στα πρώτα δόντια που πρόκειται να αλλαχθούν. Σε περίπτωση που το νεογιλό δόντι δεν πέσει μέσα στις επόμενες μέρες ή σε περίπτωση που δεν παρουσιάζει καμία κινητικότητα, ο παιδοδοντίατρος θα πρέπει να κάνει εξαγωγή ώστε να βοηθήσει το αντίστοιχο μόνιμο δόντι να μετακινηθεί αυτόματα και να πάρει σωστή θέση στον οδοντικό φραγμό.

Σε περίπτωση που κάποιο από τα μπροστινά άνω δόντια ή κάποιος γομφίος (τραπεζίτης) καθυστερήσει να πέσει και αρχίσει να ανατέλλει το αντίστοιχο μόνιμο δόντι εκτός οδοντικού τόξου, η εξαγωγή του νεογιλού θα πρέπει να γίνει άμεσα. Η μετακίνηση του μόνιμου δοντιού στη σωστή θέση, εάν έχει περάσει πολύς καιρός, δεν γίνεται αυτόματα και πολλές φορές απαιτεί ορθοδοντική παρέμβαση.

Το μηχάνημα («σιδεράκι») διατήρησης χώρου τοποθετείται στο στόμα για να κρατήσει σταθερό το κενό που δημιουργείται όταν γίνει εξαγωγή σε ένα νεογιλό δόντι (συνήθως λόγω προχωρημένης τερηδόνας) πριν τον φυσιολογικό χρόνο απόπτωσής του. Σε περίπτωση που δεν τοποθετηθεί μηχάνημα διατήρησης χώρου, τα γειτονικά δόντια και από τις δύο πλευρές μετακινούνται προς το κενό με αποτέλεσμα το αντίστοιχο μόνιμο δόντια να μην μπορεί να ανατείλει στη θέση του.

Το οδοντικό τραύμα (χτύπημα στα δόντια) μπορεί να συμβεί είτε στα νεογιλά, είτε στα μόνιμα δόντια. Εάν το παιδί τραυματίσει παιδικό δόντι, το πρώτο που μας απασχολεί είναι εάν το τραύμα θα επηρεάσει το καινούργιο δόντι που θα ανατείλει αργότερα. Οι γονείς θα πρέπει να επικοινωνήσουν το συντομότερο δυνατό με τον παιδοδοντίατρο, προκειμένου να εξετάσει το παιδί και να επέμβει εάν χρειαστεί, αφού πρώτα τους δώσει κάποιες οδηγίες τηλεφωνικά.

Σε περίπτωση που το παιδί είναι μεγαλύτερο και το τραύμα έχει συμβεί σε μόνιμο δόντι, οποιαδήποτε αναβολή ή καθυστέρηση της επίσκεψης στο ιατρείο μπορεί να επηρεάσει καθοριστικά την ζωτικότητα του δοντιού ή ακόμη και τη διατήρησή του στο στόμα.

Εάν ένα μόνιμο δόντι σπάσει, θα πρέπει άμεσα να γίνει ανασύσταση με σύνθετη ρητίνη («χτίσιμο» με λευκό υλικό) όχι μόνο για αισθητικούς λόγους αλλά και για αποφυγή νέκρωσης του πολφού (νεύρου). Εάν, το δόντι βγει εντελώς από το φατνίο του (ολική εκγόμφωση), τότε τα πρώτα 30 λεπτά μετά το ατύχημα είναι καθοριστικά για την πρόγνωση.

Συγκεκριμένα꞉

Α. το δόντι θα πρέπει να ξεπλυθεί με προσοχή (χωρίς τρίψιμο) και να επανατοποθετηθεί στην αρχική του θέση. Βάλτε στη συνέχεια το παιδί να δαγκώσει ένα καθαρό χαρτομάντηλο.

Β. εάν δεν είναι δυνατή μέσα στον πανικό η επανατοποθέτηση του δοντιού, βάλτε το σε ένα ποτήρι με γάλα ή αλλιώς τυλίξτε το με ένα βρεγμένο πανί και τρέξτε στον οδοντίατρο. Εάν είστε έξω, απλά φυλάξτε το δόντι σε σάλιο. Αυτό μπορεί να γίνει είτε βάζοντας το δόντι σε ένα κουτί με σάλιο ή ακόμη και βάζοντας το δόντι μέσα στο στόμα του παιδιού, δίπλα στο μάγουλό του (Πείτε στο παιδί να προσέξει μην καταπιεί το δόντι!)

Γ. το παιδί πρέπει να επισκεφθεί αμέσως παιδοδοντίατρο προκειμένου να ναρθηκοποιηθεί το εκγομφωμένο δόντι, να δοθεί αντιβίωση για τουλάχιστον 5 ημέρες και να δοθούν οδηγίες μαλακής δίαιτας και στοματικής υγιεινής με στοματικό διάλυμα χλωρεξιδίνης.

Δ. η ναρθηκοποίηση με ειδικό σύρμα διαρκεί περίπου 10-15 ημέρες ενώ μετά από μια εβδομάδα περίπου θα πρέπει να ξεκινήσει η ενδοδοντική θεραπεία (απονεύρωση) του τραυματισμένου δοντιού.

Εάν το παιδί έχασε νεογιλό δόντι, τότε μ η ν επιχειρήσετε επανατοποθέτησή του. Κάτι τέτοιο μπορεί να προκαλέσει αγκύλωση στο νεογιλό και βλάβη στο αναπτυσσόμενο μόνιμο δόντι.